请输入您要查询的单词:
单词
нанижу
释义
нанижу
Russian
Verb
нанижу́
•
(
nanižú
)
first-person singular future indicative perfective of
наниза́ть
(
nanizátʹ
)
随便看
κουραδόμαγκων
κουραμπιές
κουρασάνι
Κουρασάο
κουρασμένα
κουρασμένε
κουρασμένες
κουρασμένη
κουρασμένης
κουρασμένο
κουρασμένοι
κουρασμένος
κουρασμένου
κουρασμένους
κουρασμένων
κουραστικά
κουραστικέ
κουραστικές
κουραστική
κουραστικής
κουραστικοί
κουραστικού
κουραστικούς
κουραστικό
κουραστικός
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/12 4:46:58