请输入您要查询的单词:
单词
Ελβετίδων
释义
Ελβετίδων
Greek
Noun
Ελβετίδων
•
(
Elvetídon
)
f
Genitive
plural
form of
Ελβετίδα
(
Elvetída
)
.
随便看
αθροίσεως
αθροίσματα
αθροίσματος
αθροίστηκα
αθροισμάτων
αθροιστικός
αθρυμμάτιστος
αθρόα
αθρόος
αθυμία
αθυμίας
αθυμιάτιστος
αθυμώ
αθυρμάτων
αθυροστομία
αθυροστομίας
αθυροστομίες
αθυροστομιών
αθυρόστομος
αθυσίαστος
Αθωνίτες
αθωνίτες
Αθωνίτη
αθωνίτη
Αθωνίτης
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/11/5 22:44:19