请输入您要查询的单词:
单词
γομφίοι
释义
γομφίοι
Greek
Noun
γομφίοι
•
(
gomfíoi
)
m
Nominative and vocative
plural
form of
γομφίος
(
gomfíos
)
.
随便看
πολιήτης
πολικά
πολικέ
πολικές
πολικές αρκούδες
πολική
πολική αρκούδα
πολικής
πολικοί
πολικού
πολικούς
πολικό
πολικός
Πολικός Αστέρας
πολικών
πολιορκέω
πολιορκήθηκα
πολιορκία
πολιορκίας
πολιορκίες
πολιορκίᾳ
πολιορκεῖν
πολιορκεῖσθαι
πολιορκητικοί κριοί
πολιορκητικός
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/7 22:28:09