请输入您要查询的单词:
单词
Läacht
释义
Läacht
Plautdietsch
Noun
Läacht
f
(
plural
Läachten
)
lake, pond
随便看
ακουστικού
ακουστικούς
ακουστικό
ακουστικός
ακουστικότητα
ακουστικότητας
ακουστικών
ακουστός
ακουσών
ακουόγραμμα
ακουόμετρα
ακουόμετρο
ακοόγραμμα
ακοόμετρα
ακοόμετρο
ακούγομαι
ακούγοντας
ακούγω
ακούμπησα
ακούμπισμα
ακούμπωτος
ακούνητος
ακούομαι
ακούραστα
ακούραστε
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 11:56:26