κυνηγός κεφαλών
Greek
Noun
κυνηγός κεφαλών • (kynigós kefalón) m (plural κυνηγοί κεφαλών)
- headhunter
Synonyms
- κρανιοθήρας m (kraniothíras)
单词 | κυνηγός κεφαλών |
释义 | κυνηγός κεφαλών |
随便看 |
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。