请输入您要查询的单词:
单词
αναθεωρητών
释义
αναθεωρητών
Greek
Noun
αναθεωρητών
•
(
anatheoritón
)
f
Genitive
plural
form of
αναθεωρητής
(
anatheoritís
)
.
随便看
κόμπρες
κόναβος
κόνδυ
κόνδυλος
κόνις
Κόνλεϋ
κόντυνα
κόνυζα
Κόνων
κόπαιον
κόπανε
κόπανο
κόπανοι
κόπανον
κόπανος
κόπανου
κόπανους
κόπανων
κόπε
κόπηκα
κόπιτσα
κόπο
κόποι
κόπος
κόπου
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 19:11:03