请输入您要查询的单词:
单词
sgroviglierà
释义
sgroviglierà
Italian
Verb
sgroviglierà
third-person singular future of
sgrovigliare
随便看
κατοίκισι
κατοίκισιν
κατοίκισις
κατοίκοιν
κατοίκοις
κατοίκου
κατοίκους
κατοίκω
κατοίκων
κατοίκῳ
κατοικάδα
κατοικάδας
κατοικάδες
κατοικάδι
κατοικάδοιν
κατοικάδος
κατοικάδων
κατοικάς
κατοικάσι
κατοικάσιν
κατοικέσια
κατοικέω
κατοικήθηκα
κατοικήσει
κατοικήσεις
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 13:18:22