请输入您要查询的单词:
单词
pudoratam
释义
pudoratam
Latin
Adjective
pudōrātam
accusative feminine singular of
pudōrātus
随便看
κηθίς
κηκίς
κηλέῳ
κηλίδα
κηλίδας
κηλίδες
κηλίδων
κηλίδωσα
κηλίς
κηλιδοβούτι
κηλιδώθηκα
κηλιδώνομαι
κηλιδώνω
κημός
κηπάκι
κηπάκια
κηπάριο
κηπαία
κηπευτικά
κηπευτική
κηπευτικός
κηπευτικών
κηπεύς
κηπουρική
κηπουρικός
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/31 13:40:05