请输入您要查询的单词:
单词
oredligheters
释义
oredligheters
Swedish
Noun
oredligheters
indefinite genitive plural of
oredlighet
随便看
απατεώνα
απατεώνας
απατεώνες
απατεώνισσα
απατεώνισσας
απατεώνισσες
απατεώνων
απατηλά
απατηλέ
απατηλές
απατηλή
απατηλής
απατηλοί
απατηλού
απατηλούς
απατηλό
απατηλός
απατηλών
απατημένος
απατιέμαι
απατοί
απατού
απατούς
απατρίδων
απατό
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/2 5:29:42