请输入您要查询的单词:
单词
amareggiavate
释义
amareggiavate
Italian
Verb
amareggiavate
second-person plural imperfect indicative of
amareggiare
随便看
στεγανά
στεγανέ
στεγανές
στεγανή
στεγανής
στεγανοί
στεγανού
στεγανούς
στεγανό
στεγανός
στεγανών
στεγαστικά
στεγαστικά δάνεια
στεγαστικέ
στεγαστικές
στεγαστική
στεγαστικής
στεγαστικοί
στεγαστικού
στεγαστικούς
στεγαστικό
στεγαστικό δάνειο
στεγαστικός
στεγαστικών
στεγνά
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/6 21:13:31