请输入您要查询的单词:
单词
kejsardömets
释义
kejsardömets
Swedish
Noun
kejsardömets
definite genitive singular of
kejsardöme
随便看
λουτέτσιο
λουτήρ
λουτήτιο
λουτετίου
λουτετσίου
λουτητίου
Λουτράκι
Λουτρακίου
λουτρό
λουτρόν
λουφάρισα
λουφάρω
λουφαδόρε
λουφαδόρο
λουφαδόροι
λουφαδόρος
λουφαδόρου
λουφαδόρους
λουφαδόρων
λοφάκι
λοφάκια
λοφίο
λοφίσκε
λοφίσκο
λοφίσκοι
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/8 19:30:55