请输入您要查询的单词:
单词
elucescerent
释义
elucescerent
Latin
Verb
ēlūcēscerent
third-person plural imperfect active subjunctive of
ēlūcēscō
随便看
εφευρετικές
εφευρετική
εφευρετικής
εφευρετικοί
εφευρετικού
εφευρετικούς
εφευρετικό
εφευρετικός
εφευρετικών
εφεύρα
εφεύρεση
εφεύρεσης
εφηβεία
εφηβείας
εφηβείες
εφηβειών
εφηβικός
εφημερίδα
εφημερίδας
εφημερίδες
εφημερίδων
εφημερεύοντος
εφημερεύω
εφημερεύων
εφηύρα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/31 15:26:38