请输入您要查询的单词:
单词
わかつき
释义
わかつき
Japanese
Proper noun
わかつき
•
(
Wakatsuki
)
若槻
:
A surname
.
随便看
υποπτεράρχου
υποπτεράρχους
υποπτεράρχων
υποπτεύθηκα
υποπτεύομαι
υποπτεύτηκα
υποπόδια
υποπόδιο
υποπόδιου
υποπόδιων
υποσαχάριος
υποσκάπτομαι
υποσκάπτομε
υποσκάπτουμε
υποσκάπτω
υποσκάφηκα
υποσκάφθηκα
υποσκάφτηκα
υποσμηναγέ
υποσμηναγοί
υποσμηναγού
υποσμηναγούς
υποσμηναγό
υποσμηναγός
υποσμηναγών
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/2 6:02:06