请输入您要查询的单词:
单词
ღეჭვა
释义
ღეჭვა
Georgian
Verb
ღეჭვა
•
(
ɣeč̣va
)
to chew
See also
ცოხნა
(
coxna
)
随便看
ηδονισμό
ηδονισμός
ηδονισμών
ηδονιστές
ηδονιστή
ηδονιστής
ηδονιστικός
ηδονιστριών
ηδονιστών
ηδονοβλεψία
ηδονοβλεψίας
ηδονοβλεψίες
ηδονοβλεψιών
ηδονών
ηδυπάθεια
ηδυπάθειας
ηδυπαθής
ηδύποτα
ηδύποτο
ηδύποτου
ηδύποτων
ΗΕ
ΗΕΔ
η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο
ηθ.
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 3:29:54