请输入您要查询的单词:
单词
beliefer
释义
beliefer
German
Verb
beliefer
First-person
singular
present of
beliefern
.
Imperative
singular
of
beliefern
.
随便看
γραμμαρίου
γραμμαρίων
γραμματέα
γραμματέας
γραμματέων
γραμματέως
γραμματεία
γραμματείας
γραμματείδιον
γραμματείες
γραμματείς
γραμματειών
γραμματεύς
γραμματικά
γραμματικέ
γραμματικές
γραμματική
γραμματικής
γραμματικοί
γραμματικού
γραμματικούς
γραμματικό
γραμματικόν
γραμματικός
γραμματικών
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 13:03:13