请输入您要查询的单词:
单词
мастъ
释义
мастъ
See also:
масть
Old Church Slavonic
Noun
мастъ
•
(
mastŭ
)
m
grease
oil
随便看
άπατο
άπατοι
άπατος
άπατου
άπατους
άπατριν
άπατρις
άπατων
άπαυστος
άπαυτος
άπαχος
άπειρα
άπειρε
άπειρες
άπειρη
άπειρης
άπειρο
άπειροι
άπειρος
άπειρου
άπειρους
άπειρων
άπελπις
άπεπτος
άπεφθος
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/7 17:07:59