请输入您要查询的单词:
单词
кроце
释义
кроце
Macedonian
Pronunciation
IPA
(key)
:
[ˈkrɔt͡sɛ]
Adverb
кроце
•
(
kroce
)
slowly, gently
随便看
αποτινάχθηκα
αποτινάχτηκα
αποτιτάνωση
αποτιτάνωσης
αποτιτανωμένος
αποτιτανώσεις
αποτιτανώσεων
αποτιτανώσεως
αποτοίχισα
αποτοίχιση
αποτοίχισης
αποτοιχίζομαι
αποτοιχίζω
αποτοιχίσεις
αποτοιχίσεων
αποτοιχίσεως
αποτοιχίστηκα
αποτολμώ
αποτοξίνωσα
αποτοξίνωση
αποτοξίνωσης
αποτοξινώθηκα
αποτοξινώνομαι
αποτοξινώνω
αποτοξινώσεις
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/8 9:54:54