συνταγματική μοναρχία
Greek
Noun
συνταγματική μοναρχία • (syntagmatikí monarchía) f (plural συνταγματικές μοναρχίες)
- constitutional monarchy
Synonyms
- συνταγματική βασιλεία f (syntagmatikí vasileía)
单词 | συνταγματική μοναρχία |
释义 | συνταγματική μοναρχία |
随便看 |
|
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。