请输入您要查询的单词:
单词
πρόφερα
释义
πρόφερα
Greek
Verb
πρόφερα
•
(
prófera
)
1st person singular simple past form of
προφέρω
(
proféro
)
.
随便看
τακουνάκι
τακουνάκια
τακουνιού
τακουνιών
τακούνι
τακούνια
τακτ
τακτικά
τακτικέ
τακτικές
τακτική
τακτικής
τακτικοί
τακτικού
τακτικούς
τακτικό
τακτικός
τακτικών
τακτισμός
ταλάντου
ταλάντων
ταλάντωση
ταλάντωσης
τα λέμε
ταλέντα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 5:09:17