ξαναγράφηκα
Greek
Alternative forms
- ξαναγράφτηκα (xanagráftika) (common)
Pronunciation
- IPA(key): /ksa.naˈɣɾa.fi.ka/
- Hyphenation: ξα‧να‧γρά‧φη‧κα
Verb
ξαναγράφηκα • (xanagráfika)
- (rare formal) 1st person singular simple past form of ξαναγράφομαι (xanagráfomai) passive of ξαναγράφω.