请输入您要查询的单词:

 

单词 μεταβατικός
释义

μεταβατικός

Greek

Adjective

μεταβατικός (metavatikós) m (feminine μεταβατική, neuter μεταβατικό)

  1. (grammar) transitive
    Αυτό είναι ένα μεταβατικό ρήμα.Aftó eínai éna metavatikó ríma.This is a transitive verb.
  2. transitional

Declension

Synonyms

  • (abbreviation) μτβ. (mtv.)
  • (abbreviation) μετβ. (metv.)

Antonyms

  • αμετάβατος (ametávatos, intransitive)
随便看

 

国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。

 

Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号 更新时间:2024/11/5 16:42:53