μείγμα πέντε καρυκευμάτων
Greek
Etymology
μείγμα (meígma, “mixture”) + πέντε (pénte, “five”) + καρυκευμάτων (karykevmáton, “spices”, genitive)
Noun
μείγμα πέντε καρυκευμάτων • (meígma pénte karykevmáton) n
- five-spice powder
Synonyms
- μείγμα πέντε μπαχαρικών n (meígma pénte bacharikón)