μαύρο ψωμί
Greek
Noun
μαύρο ψωμί • (mávro psomí) n
- brown bread
Related terms
- ψωμί σικάλεως n (psomí sikáleos, “rye bread”)
单词 | μαύρο ψωμί |
释义 | μαύρο ψωμί |
随便看 |
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。