请输入您要查询的单词:
单词
θεολόγων
释义
θεολόγων
Greek
Noun
θεολόγων
•
(
theológon
)
m
or
f
Genitive
plural
form of
θεολόγος
(
theológos
)
.
随便看
λες και
Λεσβία
λεσβία
λεσβίασα
Λεσβίων
λεσβιάζουσα
λεσβιάζω
Λεσόθο
Λεσότο
Λετονή
Λετονία
λετονικά
λετονικός
λετονικών
Λετονός
Λετρῖνοι
λετσόνα
Λεττονή
Λεττονία
λεττονικά
λεττονικός
λεττονικών
Λεττονός
Λευΐ́
Λευί
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 6:19:21