请输入您要查询的单词:

 

单词 ηλεκτρική αντίσταση
释义

ηλεκτρική αντίσταση

Greek

Noun

ηλεκτρική αντίσταση (ilektrikí antístasi) n

  1. (physics, electricity) electrical resistance

Coordinate terms

  • ωμ n (om, ohm)
  • see: ηλεκτρισμός m (ilektrismós, electricity)

Further reading

  • ηλεκτρική αντίσταση on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
随便看

 

国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。

 

Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号 更新时间:2024/11/5 18:46:36