请输入您要查询的单词:
单词
επίνεια
释义
επίνεια
Greek
Noun
επίνεια
•
(
epíneia
)
m
Nominative, accusative and vocative
plural
form of
επίνειο
(
epíneio
)
.
随便看
αντέγγραφο
αντέγκληση
αντέγκλησης
αντέγραψα
αντέδρασα
αντέθεσα
αντέκθεση
αντέκθεσης
αντέκρουσα
αντένα
αντένας
αντένδειξη
αντένδειξης
αντένες
αντένζυμο
αντένσταση
αντένστασης
αντέπραξα
αντέρεισμα
αντέστε
αντέστρεψα
αντέταξα
αντέτε
αντέτεινα
αντέτι
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 20:44:29