请输入您要查询的单词:
单词
δυσεντεριών
释义
δυσεντεριών
Greek
Noun
δυσεντεριών
•
(
dysenterión
)
f
genitive plural of
δυσεντερία
(
dysentería
)
随便看
ειδοποιός
ειδοποιώ
ειδω
ειδωλίου
ειδωλίων
ειδωλολάτρες
ειδωλολάτρη
ειδωλολάτρης
ειδωλολάτρισσα
ειδωλολάτρισσας
ειδωλολάτρισσες
ειδωλολατρισσών
ειδωλολατρών
ειδωλον
ειδύλλιο
ειδώθηκα
ειδώλια
ειδώλιο
ειδώλου
ειδώλων
ειδών
εικάζω
εικασία
εικασίας
εικασίες
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/7 10:38:04