αφρόντιστα
Greek
Adverb
αφρόντιστα • (afróntista)
- carelessly, negligently
- promptly
Synonyms
- αμέσως (amésos)
- αμελλητί (amellití)
单词 | αφρόντιστα |
释义 | αφρόντιστα |
随便看 |
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。