请输入您要查询的单词:

 

单词 αραχνιασμένος
释义

αραχνιασμένος

Greek

Etymology

Passive perfect participle of αραχνιάζω (become covered in cobwebs).

Pronunciation

  • IPA(key): /aɾaxɲaˈzmenos/
  • Hyphenation: α‧ρα‧χνια‧σμέ‧νος

Participle

αραχνιασμένος (arachniasménos) m (feminine αραχνιασμένη, neuter αραχνιασμένο)

  1. (literally) covered with cobwebs, full of cobwebs
    Η αποθήκη είναι γεμάτη μούχλα κι αραχνιασμένη.
    I apothíki eínai gemáti moúchla ki arachniasméni.
    The cellar is full of mould and covered with cobwebs.
  2. (figuratively, idiomatic) out-of-date, outdated
    Δυστυχώς, ο παππούς μου είναι γεμάτος αραχνιασμένες απόψεις.
    Dystychós, o pappoús mou eínai gemátos arachniasménes apópseis.
    Unfortunately, my grandfather is full of outdated opinions.

Declension

Synonyms

  • (outdated): ξεπερασμένος (xeperasménos), απαρχαιωμένος (aparchaioménos)
  • αράχνη f (aráchni, spider)
  • αραχνιά f (arachniá, cobweb, spiderweb)
  • άραχνος (árachnos, full of spiders)
随便看

 

国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。

 

Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号 更新时间:2024/11/5 23:31:15