请输入您要查询的单词:

 

单词 αερογεφύρωμα
释义

αερογεφύρωμα

Greek

Etymology

αερο- (aero-, air) + γέφυρα (géfyra, bridge) + -ωμα (-oma).

Noun

αερογεφύρωμα (aerogefýroma) n (plural αερογεφυρώματα)

  1. (military) airhead

Declension

  • αερογέφυρα f (aerogéfyra, airlift)
  • and see: αερο- (aero-)
随便看

 

国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。

 

Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号 更新时间:2024/11/5 14:23:06