请输入您要查询的单词:
单词
übernähmet
释义
übernähmet
German
Verb
übernähmet
Second-person
plural
subjunctive II of
übernehmen
.
随便看
μαραίνομαι
μαραίνω
μαραγκέ
μαραγκοί
μαραγκού
μαραγκούς
μαραγκό
μαραγκός
μαραγκών
Μαραθήσιον
μαραθόριζα
μαραθόριζας
μαραθόριζες
Μαραθών
Μαραθώνα
Μαραθώνας
μαραθώνιος
Μαραθῶνι
μαραντικός
μαρασκίνα
μαρασκίνο
μαρασκίνου
μαρασκίνων
μαρασμός
μαραυγέω
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/31 17:42:52