请输入您要查询的单词:
单词
wölb
释义
wölb
German
Verb
wölb
Imperative
singular
of
wölben
.
(
colloquial
)
First-person
singular
present of
wölben
.
随便看
εκατοστές
εκατοστή
εκατοστής
εκατοσταριού
εκατοσταριών
εκατοστοί
εκατοστογράμμου
εκατοστογράμμων
εκατοστομέτρου
εκατοστομέτρων
εκατοστού
εκατοστούς
εκατοστό
εκατοστόγραμμα
εκατοστόγραμμο
εκατοστόγραμμου
εκατοστόγραμμων
εκατοστόμετρα
εκατοστόμετρο
εκατοστόμετρου
εκατοστόμετρων
εκατοστός
εκατοστών
εκατό
εκατό-
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 14:13:50