请输入您要查询的单词:
单词
vergebt
释义
vergebt
German
Verb
vergebt
Second-person
plural
present of
vergeben
.
Imperative
plural
of
vergeben
.
随便看
ανταρκτικέ
ανταρκτικές
Ανταρκτική
ανταρκτική
Ανταρκτικής
ανταρκτικής
ανταρκτικοί
ανταρκτικού
ανταρκτικούς
ανταρκτικό
ανταρκτικός
ανταρκτικός κύκλος
ανταρκτικών
ανταρσία
ανταρσίας
ανταρσίες
ανταρσιών
ανταρτεμένος
ανταρτεύω
ανταρτισσών
ανταρτοπολέμου
ανταρτοπολέμους
ανταρτοπολέμων
ανταρτοπόλεμε
ανταρτοπόλεμο
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 18:17:27