请输入您要查询的单词:
单词
tāpeļu
释义
tāpeļu
Latvian
Noun
tāpeļu
f
(
dialectal or colloquial form
)
genitive plural form of
tāpele
随便看
αποτσίγαρου
αποτσίγαρων
αποτυγχάνω
αποτυπωμάτων
αποτυπώθηκα
αποτυπώματα
αποτυπώματος
αποτυπώνομαι
αποτυπώνω
αποτυπώσεις
αποτυπώσεων
αποτυπώσεως
αποτυφλωτικός
αποτυφλώνομαι
αποτυφλώνω
αποτυφλώσεις
αποτυφλώσεων
αποτυφλώσεως
αποτυχία
αποτυχίας
αποτυχίες
αποτυχαίνω
αποτυχημένος
αποτυχιών
αποτυχών
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 14:48:13