请输入您要查询的单词:
单词
rigirarmi
释义
rigirarmi
Italian
Verb
rigirarmi
first-person singular infinitive of
rigirarsi
随便看
αμφιλεγόμενου
αμφιλεγόμενους
αμφιλεγόμενων
αμφιλογία
αμφιλογίας
αμφιλογίες
αμφιλογιών
αμφιπρόστυλος
αμφιρρέπω
αμφιρρεπής
αμφισβήτησα
αμφισβήτηση
αμφισβήτησης
αμφισβητήθηκα
αμφισβητήσεις
αμφισβητήσεων
αμφισβητήσεως
αμφισβητήσιμος
αμφισβητία
αμφισβητίας
αμφισβητίες
αμφισβητιών
αμφισβητούμαι
αμφισβητούμε
αμφισβητώ
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/11/5 22:01:32