请输入您要查询的单词:
单词
apātiskajos
释义
apātiskajos
Latvian
Adjective
apātiskajos
locative plural masculine form of
apātiskais
随便看
καλόγερου
καλόγερους
καλόγερων
καλόγρια
καλόγριας
καλόγριες
καλόν
Καλό Πάσχα
καλός
καλός κἀγαθός
καλό ταξίδι
καλύβα
καλύβη
Καλύδναι
Καλύμνου
καλύπτομαι
καλύπτομε
καλύπτουμε
καλύπτρα
καλύπτρη
καλύπτω
καλύτερα
καλύτερο
καλύτερος
καλύφθηκα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 18:09:36