请输入您要查询的单词:
单词
namngivna
释义
namngivna
Swedish
Adjective
namngivna
absolute singular definite and plural form of
namngiven
.
随便看
ἁπλόος
Ἁριμαθαία
ἁρμάμαξα
ἁρμάμαξαι
ἁρμάμαξαν
Ἁρμαγεδών
ἁρμαλά
ἁρμαμάξα
ἁρμαμάξαιν
ἁρμαμάξαις
ἁρμαμάξας
ἁρμαμάξης
ἁρμαμάξῃ
ἁρμαμαξῶν
ἁρματοδρομία
ἁρμογή
Ἁρμοδίου
ἁρμονία
Ἁρμονία
Ἁρμόδιος
ἁρμόζει
ἁρμόζω
ἁρμός
ἁρπάζω
ἁρπίς
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 17:52:37