请输入您要查询的单词:
单词
marnowały
释义
marnowały
Polish
Verb
marnowały
third-person plural nonvirile past of
marnować
随便看
στρατοπέδων
στρατοπέδῳ
στρατοπεδεύω
στρατοφύλαξ
στρατού
στρατούλα
στρατούς
στρατοῖς
στρατοῦ
στρατσιατέλα
στρατσιατέλας
στρατσιατέλες
στρατό
στρατόν
στρατόπεδα
στρατόπεδο
στρατόπεδο εξόντωσης
στρατόπεδον
στρατόπεδο συγκέντρωσης
στρατόπεδόν
στρατός
στρατόσφαιρα
στρατών
στρατώνα
στρατώνας
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/31 15:28:44