请输入您要查询的单词:
单词
lugume
释义
lugume
Norwegian Bokmål
Adjective
lugume
inflection of
lugum
:
definite singular
plural
随便看
ερμαφρόδιτος
ερμηνεία
ερμηνείας
ερμηνείες
ερμηνειών
ερμηνεύω
ερμητικά
ερμητικέ
ερμητικές
ερμητική
ερμητικής
ερμητικοί
ερμητικού
ερμητικούς
ερμητικό
ερμητικός
ερμητικών
ερπήτων
ερπετά
ερπετού
ερπετό
ερπετών
ερπυστριοφόρος
ερπυστριών
ερπύστρια
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/9 8:28:15