请输入您要查询的单词:
单词
amicture
释义
amicture
Latin
Participle
amictūre
vocative masculine singular of
amictūrus
随便看
καλημάνες
καλημάνων
καλημέρα
καληνύκτα
καληνύφτα
καληνύχτα
καλησπέρα
καλιά
καλιαρντά
καλιαρντός
Καλιγούλας
καλικάντζαρε
καλικάντζαρο
καλικάντζαροι
καλικάντζαρος
καλικάντζαρου
καλικάντζαρους
καλικάντζαρων
καλικαντζάρου
καλικαντζάρους
καλικαντζάρων
καλικαντζαράκι
καλικαντζαράκια
καλικαντζαρούδι
καλιφορνίου
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/20 12:44:12