请输入您要查询的单词:
单词
konkurrerar
释义
konkurrerar
Swedish
Verb
konkurrerar
present tense of
konkurrera
.
随便看
ανέκκλητος
ανέκλασα
ανέκοψα
ανέκραξα
ανέκρινα
ανέκρουσα
ανέκτησα
ανέκυψα
ανέκφραστη
ανέκφραστος
ανέλαβα
ανέλαμψα
ανέλεγκτος
ανέλιξη
ανέλιξης
ανέλκυσα
ανέλκυσεις
ανέλκυσεων
ανέλκυσεως
ανέλκυση
ανέλκυσης
ανέλπιδος
ανέλπιστος
ανέλυσα
ανέμεινα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 2:59:36