请输入您要查询的单词:
单词
innovavero
释义
innovavero
Latin
Verb
innovāverō
first-person singular future perfect active indicative of
innovō
随便看
λιονταρίνας
λιονταρίνες
λιονταρίνων
λιονταριού
λιονταριών
λιοφώτου
λιοψημένος
λιούκο
λιούκου
λιούτσοι
λιπάνθηκα
Λιπάρα
λιπάσματα
λιπάσματος
λιπαίνομαι
λιπαίνω
λιπαντές
λιπαντή
λιπαντής
λιπαντικά
λιπαντικές
λιπαντική
λιπαντικής
λιπαντικοί
λιπαντικού
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 0:38:14