请输入您要查询的单词:
单词
hurtigløpet
释义
hurtigløpet
Norwegian Bokmål
Noun
hurtigløpet
n
definite singular of
hurtigløp
随便看
ενδοφλεβίως
ενδοχωρών
ενδοχώρα
ενδοχώρας
ενδοχώρες
ενδρομίδα
ενδρομίδας
ενδρομίδες
ενδρομίδων
ενδυμάτων
ενδυμασία
ενδυμασίας
ενδυμασίες
ενδυμασιών
ενδόπλασμα
ενδύματα
ενδύματος
ενεγράφη
ενεγράφην
ενεγράφησαν
ενεδρεύω
ενενήντα
ενεργ.
ενεργείας
ενεργειακός
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 11:14:26