请输入您要查询的单词:
单词
glinsene
释义
glinsene
Norwegian Bokmål
Noun
glinsene
n
definite plural of
glins
随便看
απορρόφηση
απορρόφησης
απορρύθμισα
απορρύθμιση
απορρύθμισης
απορυθμίζω
απορφάνισα
απορφάνιση
απορφάνισης
απορφανίζομαι
απορφανίζω
απορφανίσεις
απορφανίσεων
απορφανίσεως
απορφανίστηκα
απορφανισμέ
απορφανισμένος
απορφανισμοί
απορφανισμού
απορφανισμούς
απορφανισμό
απορφανισμός
απορφανισμών
απορώ
αποσάθρωσα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/11/6 8:48:41