请输入您要查询的单词:
单词
gatavāki
释义
gatavāki
Latvian
Adjective
gatavāki
nominative plural masculine form of
gatavāks
随便看
έλυσαν
έλυσε
έλυσες
έμαθα
έμβασμα
έμβλημα
έμβρυα
έμβρυο
έμεινα
έμεσμα
έμετε
έμετο
έμετοι
έμετος
έμμετρος
έμμονος
έμοιασα
έμπειρος
έμπλεξα
έμπορα
έμπορας
έμπορε
έμπορες
έμπορο
έμποροι
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/12 1:22:10