请输入您要查询的单词:
单词
gassificante
释义
gassificante
Italian
Verb
gassificante
present participle of
gassificare
随便看
τυπογράφων
τυπογραφία
τυπογραφεία
τυπογραφείο
τυπογραφείου
τυπογραφείων
τυπογραφεῖον
τυπογραφικός
τυποποιημένα
τυποποιημένε
τυποποιημένες
τυποποιημένη
τυποποιημένης
τυποποιημένο
τυποποιημένοι
τυποποιημένος
τυποποιημένου
τυποποιημένους
τυποποιημένων
τυπώνω
Τυράμβαι
τυράννησα
τυράννοις
τυράννου
τυράννους
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/11/5 20:45:06