请输入您要查询的单词:
单词
fumiges
释义
fumiges
Latin
Verb
fūmigēs
second-person singular present active subjunctive of
fūmigō
随便看
ασφαλίστηκα
ασφαλείς
ασφαλειών
ασφαλισμένος
ασφαλιστικός
ασφαλιστικό ταμείο
ασφαλούς
ασφαλών
ασφαλώς
ασφυξιογόνος
ασχολήθηκα
ασχολία
ασχολίας
ασχολίες
ασχολιέμαι
ασχολιών
ασχολούμαι
ασύλητος
ασύλου
ασύλων
ασύμφορος
ασύρματα
ασύρματε
ασύρματες
ασύρματη
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/8 22:23:33