请输入您要查询的单词:
单词
excurrebatur
释义
excurrebatur
Latin
Verb
excurrēbātur
third-person singular imperfect passive indicative of
excurrō
随便看
γεγόνοιτον
γεγόνω
γεγόνωμεν
γεγόνωσι
γεγόνωσιν
γεγόνῃ
γεγόνῃς
Γεδεών
γεενα
γειά
γειά στα χέρια σου
γεια
γεια σας
γεια σου
γεια στα χέρια σου
γεια χαρά
γειτονιά
γειτονιάς
γειτονιές
γειτονισσών
γειτονιών
γειτόνισσα
γειτόνισσας
γειτόνισσες
γειτόνοι
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/8 7:11:39