请输入您要查询的单词:
单词
escorcé
释义
escorcé
Spanish
Verb
escorcé
First-person singular (
yo
) preterite indicative form of
escorzar
.
随便看
κεραμιδί
κεραμιδιά
κεραμιδιού
κεραμιδιών
κεραμική
κερασένιος
κερασιά
κερασιάς
κερασιές
κερασιού
κερασιών
κερασοῦ
Κερασοῦς
κερασός
κερατά
κερατάδες
κερατάδων
κερατάς
κερατέα
κερατία
κερατοειδής χιτώνας
κερατωμάτων
κερατωνία
κερατώθηκα
κερατώματα
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/13 10:14:24