请输入您要查询的单词:
单词
divampammo
释义
divampammo
Italian
Verb
divampammo
first-person plural past historic of
divampare
随便看
αποθηλασμούς
αποθηλασμό
αποθηλασμός
αποθηλασμών
αποθηρίωσα
αποθηρίωση
αποθηρίωσης
αποθηριλωσεις
αποθηριλωσεων
αποθηριλωσεως
αποθηριώθηκα
αποθηριώνομαι
αποθηριώνω
αποθησαυρίζομαι
αποθησαυρίζω
αποθησαυρίσεις
αποθησαυρίσεων
αποθησαυρίσεως
αποθησαυρίσματα
αποθησαυρίσματος
αποθησαυρίστηκα
αποθησαυρισμάτων
αποθησαυρισμέ
αποθησαυρισμοί
αποθησαυρισμού
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/7 20:52:31